Μία συνέντευξη-ποταμός με έναν από τους Top 5 ραδιοφωνικούς παραγωγούς όλων των εποχών στην Ελλάδα.
06 Φεβρουαρίου 2024
Συνέντευξη στον Ηλία Σελιμά
Ο Γιώργος Πολυχρονίου είναι από τους ανθρώπους που αποτελεί σημαντικό κεφάλαιο σε πολλούς τομείς αναμφισβήτητα. Ραδιοφωνικός παραγωγός, μουσικόφιλος, Dj, δημοσιογράφος και συλλέκτης δίσκων, παρουσιαστής. Ένας άνθρωπος γνήσιος, που μπορεί να δώσει ακόμα περισσότερα από όσα ήδη έχει δώσει. Βέβαια δεν μπορώ να μην εκφράσω την απορία μου προς την διοίκηση του κρατικού ραδιοφώνου πώς ένας τέτοιος άνθρωπος έχει μόνο μία φορά εκπομπή την εβδομάδα (Κάθε Σάββατο 22:00 - 00:00 στο Kosmos 93.6).
Στο δρόμο για την συνέντευξη χαμένος μέσα στις σκέψεις μου, ξαφνικά χτυπά το τηλέφωνο. Μια κλεφτή ματιά στην οθόνη του κινητού ήταν αρκετή για να σπείρει την ανησυχία. Γιώργος Πολυχρονίου έγραφε να μην σας τα πολυλογώ. Το σηκώνω μετά φόβου Θεού να μην έχει πάει κάτι στραβά και εξελίσσεται ο εξής διάλογος:
• Ελα Ηλία ο Γιώργος είμαι.
• Καλησπέρα Γιώργο τι κάνεις; Σε κανά δεκάλεπτο φτάνω. Όλα καλά;
• Ναι βρε παιδάκι μου. Για άλλο σε πήρα… Τι καφέ πίνεις;
Αν δεν έχετε νιώσει ποτέ πως είναι να πηγαίνεις από την κόλαση στον Παράδεισο, σας διαβεβαιώ πως κάπως έτσι θα είναι, δεν μπορεί… Χαμόγελο έσκασε δεν το κρύβω. Όσον αφορά τώρα τη συνέντευξη που ακολουθεί οφείλω να σας πω πως αν περιμένετε να διαβάσετε αυτά που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο τότε θα απογοητευτείτε. Δύο ώρες ξοδεύτηκαν σε μια συζήτηση γύρω από το ραδιόφωνο, τη δισκογραφία, τα βινύλια, το playlist και άλλα πολλά όπως θα διαπιστώσετε…
Πώς ξεκίνησε η μουσική πορεία; Ποια ήταν η συγκεκριμένη στιγμή που αποφάσισες, που είπες, ότι εγώ θέλω να κάνω αυτό το πράγμα στη ζωή μου και φτάσαμε στον G Poly που ξέρουμε σήμερα;
Ένα κυριακάτικο απογευματάκι παιδί εγώ 5-7 ετών (δεν θυμάμαι), Κυριακή του Πάσχα στο σπίτι του Θείου μου, μετά το ψήσιμο του αρνιού, οι μεγάλοι πίνανε καφέ και εγώ με την αδελφή μου παίζαμε στον κήπο. Τότε ήτανε μονοκατοικίες τη δεκαετία του 50 μιλάω τώρα, στον Βύρωνα, και ο ξάδελφός μου με τους φίλους του βγάλανε το πικ-απ έξω και ακούγανε δίσκους. Ξαφνικά λοιπόν, εκεί που παίζω με την αδελφή μου ακούω: Wop bop a loo bop a lop bom bom Tutti frutti, oh rootie… Ένας ηλεκτρισμός πίστεψέ με… ηλεκτρίστηκε το σώμα μου, το κορμί το κορμάκι, μικρό παιδάκι… Κάτι ένιωσα μέσα μου ακούγοντας αυτό... Νομίζω ήτανε η πρώτη μου αγάπη. Little Richard και το Tutti Fruti… μετά βάζανε όλο Rock n Roll, ‘58 - ‘59 σου λέω τώρα, και παίζανε Rock Around The Clock, Elvis, και Tequila βέβαια, και το άλλο το Μambo. Αυτό ήταν… Ερωτεύτηκα το Rock n Roll. Και από τότε έγινα φαν - φανατικός. Ένα έχω να σου πω για να δεις πόσο φαν έγινα. Όταν μετά από κάποιο διάστημα με πήγε ο μπαμπάς και η μαμά επίσκεψη στο θείο του πατέρα μου που έμενε Χρεμωνίδου στο Παγκράτι, είχε ένα μαγαζί, Χρεμωνίδου κεντρική οδός του Παγκρατίου, είδα ένα μαγαζί, παιδάκι τώρα μας κρατάγανε από το χέρι οι γονείς μας, βλέπω ένα μαγαζί με ηλεκτρικά είδη, κατσαρόλες φριτέζες, ψυγεία, πλυντήρια, όπου στην βιτρίνα κρέμονταν με πετονιά δισκάκια μικρά… Νέος έρωτας… Απάτησα τον Little Richard, για το νέο μου έρωτα… Το δισκάκι 45 στροφών. Είχε 4-5, εγώ κοντούλικο παιδί δεν έβλεπα να δω τι είναι, Κυριακή τα μαγαζιά κλειστά. Να φανταστείς μέχρι και τον Παναθηναϊκό απάτησα που με έπαιρνε στο γήπεδο (Θύρα 1 πηγαίναμε), προκειμένου να αφήσω τον μπαμπά να φύγει, να κοιμηθεί η μαμά με την αδελφή μου, και να φύγω με τα πόδια από τον Υμηττό, να πάω στο μαγαζί της Χρεμωνίδου για να πάω να δω τους δίσκους. Καθόμουνα μισή ώρα και έβλεπα τους δίσκους έξω από τη βιτρίνα… Λες και έβλεπα μία γυμνή γυναίκα που πάλι το ένα παιδάκι 6 ετών ούτε αυτό καταλαβαίνει. Τόσο δυνατή ήταν η αγάπη μου για αυτό το πράγμα που λέγεται μουσική, Rock n Roll, και δίσκος βινυλίου. Και από κει και πέρα ξεκίνησε το ταξίδι G-Poly… Όλο το χαρτζιλίκι, κάλαντα… δίσκοι! Παππούς γιαγιά θείος θεία μπαμπάς μαμά χαρτζιλίκια μόνο δίσκοι! Μα ένα προφιτερόλ ένα ξέρω γω γλυκό κέικ, που είχαμε και ζαχαροπλαστείο δίπλα μας… Ποτέ! Όλα τα λεφτά από τα χαρτζιλίκια τα έδινα εκεί. Τα ρέστα όταν μου έδινε η μαμά να πάρω στο φούρνο ψωμί ή οτιδήποτε σχετικό έλεγα: “Μαμά δεν υπάρχουν ρέστα… Είναι για τους δίσκους! Κατάλαβε με…”. Και πήγαινα στο Μοναστηράκι που κάνανε 5 δραχμές, γιατί τότε τα καινούργια η τιμή τους ήτανε 25 δραχμές. Με τα πόδια φυσικά γιατί αν πήγαινα με το λεωφορείο είχε δύο δραχμές να πας και δύο να γυρίσεις, οπότε τέσσερις δραχμές… Είναι ένας δίσκος… Έχω τραβήξει τέτοιο ποδαρόδρομο με τους δίσκους αλλά και τα φοιτητικά χρόνια του Λονδίνου που φαίνεται πως έχω αποθεματικό από πλευράς υγείας σωματικής ακόμα.
Θυμάσαι ποιος ήταν ο πρώτος δίσκος, δισκάκι, που πήρες και από ποιο δισκάδικο το πήρες;
Mε πήγε ο μπαμπάς γιατί μόνος δεν μπορούσα να πάω βέβαια στο Μινιόν. θυμάμαι στην Ομόνοια, που είχε μεγάλη συλλογή, και ζήταγα Little Richard. Και μου έλεγαν τα κορίτσια εκεί δεν έχουμε τέτοιο δίσκο μικρέ μου… “Μήπως έχετε Gene Vincent, μήπως έχετε ξέρω γω Eddie Cohran;’ “Οχι μικρέ μου… Elvis Presley έχουμε…” Μόνο Elvis είχανε… εμπορικό για το λαό… Λοιπόν, λέω, ποιο έχετε μπορώ να το ακούσω; Μου έβαζαν το δισκάκι και άκουγα το I Got Stung με flipside το Οne Νight που είναι παλιό σε νέα εκτέλεση. Δεν είχε τίποτα άλλο και πήρα και το Stupid Cubid με την Connie Francis, ούτε καν με τον Sedaca που έχει γράψει το κομμάτι και το 'χει τραγουδήσει πρώτος, και το Venus του Frankie Avalon που ήτανε ήτανε της μόδας στην Αμερική το οποίο πήρα γιατί flip side είχε το “Shy Guy”… Τρομερό rock n roll με το μπάσο εκεί… Χαμός!. Δίσκος ελληνικής κατασκευής, Blue Bell. Ήταν τα τρία δισκάκια που πήρα, 75 δραχμές έδωσε ο μπαμπάς. Έδωσε ένα κατοστάρικο και πήρε 25 πίσω. “Βρε μου στοίχησες μαζί με τα εισιτήρια σχεδόν ένα κατοστάρικο… Λοιπόν… Το καλοκαίρι πάλι…” Τσαντιζότανε γιατί έπρεπε να διαβάζω και όχι να ακούω μουσική… Άσε που είχα πάρει και το ηλεκτρόφωνο (με το ζόρι τον έβαλα και μας το πήρε), και έκανα και show μόνος μου στο δωμάτιο μου. Χόρευα βρε παιδί μου, έκανα τον Presley… Ωραία πράγματα…
Παρουσιαστής, ραδιοφωνικός παραγωγός, dj, δημοσιογράφος, συλλέκτης δίσκων, δισκογραφικές εταιρείες… Ποιος από τους παραπάνω ρόλους στην πορεία σου σε γοητεύει περισσότερο και γιατί;
Την Εθνική Τράπεζα ξέχασες… (γέλια). Αγάπησα τα επαγγέλματα αυτά που ανέφερες που έχουν σχέση με την μουσική. Μου άρεσε πολύ η δισκογραφία, πάντα ήθελα να ήμουν μέρος της.
Σε γοητεύει περισσότερο να κάνεις εκπομπή ή να δουλεύεις στη δισκογραφική εταιρεία και να ανακαλύπτεις νέα μουσικά πράγματα;
E τώρα μου βάζεις δύσκολα… Σα να ‘χω δύο γυναίκες. Μια ξανθιά και μια μελαχρινή… Ποια από τις δύο σου αρέσει; Μα και οι δύο μου αρέσουν. Το λέει και ένα τραγούδι του Elvis που λέγε ξανθιές μελαχρινές μου αρέσουν όλες… Κοίτα… το ραδιόφωνο. Καταρχάς να πω κάτι, μου αρέσει πάρα πολύ ο άνθρωπος. 99 στους 100 που συναντώ και τώρα, με πειράζουν… “Καλημέρα σας ξέρω γω ή μου λένε γεια σου G- Poly.” Όταν δεν με πειράζει κάποιος τον πειράζω εγώ. “Βλέπω κοιλιά κ. Ηλία πχ… Mega μπάκα, Mega μπάκα…” Μου αρέσει η επικοινωνία με τον άνθρωπο, τον αγαπάω τον άνθρωπο παρότι έχω φάει και σφαλιάρες από τον άνθρωπο. Είναι όμως μες στη ζωή και οι σφαλιάρες. Όπως είναι και ο έρωτας, και στον έρωτα πρέπει να δείρεις ή να σε δείρουν. Πάντα με τη συναισθηματική έννοια βέβαια.
Ένας άνθρωπος σαν και σένα, με τη δική σου πορεία θα μπορούσε να μου πει αυτό που όλοι εμείς οι νεότεροι αναρωτιόμαστε και πρέπει να μάθουμε, γιατί έχει δείξει ότι τελευταία το έχουμε χάσει λίγο. Τι είναι ραδιόφωνο Γιώργο;
Eκτός από την κλασική απάντηση ότι είναι η αμεσότητα που έχει το ραδιόφωνο με τον ακροατή ή την ακροάτρια, που αμέσως ακούει την είδηση την καινούργια αν είναι ειδησεογραφική, αν είναι οτιδήποτε, είναι και το τραγούδι που του αρέσει να το ακούσει τώρα. Άρα εδώ ανοίγει μια παρένθεση μίσος στο playlist, διότι τώρα θέλει να το ακούσει το τραγούδι του, γιατί σήμερα ήταν γενέθλιά του, γιατί τώρα οδηγεί το αυτοκίνητό του μας και δίπλα του είναι η φιλενάδα του ή σύντροφός του ή η σύζυγός του και τώρα θέλει να τα ακούσει. Αυτή είναι η αμεσότητα που προσφέρει μόνο το ραδιόφωνο και έρχεται ένας αόρατος εχθρός ο οποίος ονομάζεται playlist και εμποδίζει την αμεσότητα του ραδιοφώνου, που είναι το πρώτο ελκυστικό στοιχείο μέσου ενημέρωσης και ψυχαγωγίας, το εμποδίζει, του βάζει τρικλοποδιά. Δεν το καταλαβαίνουν οι ιδιοκτήτες. Αυτοί κοιτάνε την ακροαματικότητα και είναι βολεμένοι. Από την άλλη πλευρά βολεύονται τα ραδιόφωνα γιατί 25 από τα 40 στην Αττική είναι μεταξύ 4% με 7%, άρα πάνε καλά όλοι… Τους έχει το σύστημα βολεμένους, άρα πάμε καλά μην το ρισκάρουμε… Οσον αφορά τα διαφημιστικά έσοδα, δεν τη “βρίσκουνε” με την είσπραξη του ποσοστού ακροαματικότητας. Τους ερεθίζει περισσότερο ότι αυτό σε συνάρτηση με 1-2 ραδιόφωνα που έχουν τα πήρε ένα μεγάλο ποσοστό. Δηλαδή 3 και 5-8 και 6μιση λέω τώρα, θα πάω στη διαφημιστική εταιρεία να διεκδικήσω διαφήμιση με για 18,5%. Δεν είναι έτσι… Γιατί αυτός που ακούει δεν ακούει και τα τέσσερα ραδιόφωνα του ιδιοκτήτη, που το ένα παίζει λαϊκά το άλλο είναι ειδησεογραφικό, το άλλο είναι rock και το άλλο είναι jazz. Και παρασύρεται και ο διαφημιστής και παρασύρεται και ο πελάτης του διαφημιστή και λέει πάω στο 18,5%. Τι λέτε ρε; Ποιο 18,5%; Aκούει ένας ακροατής ταυτόχρονα και τα τέσσερα ραδιόφωνα ή έστω μέσα στο 24ωρο; Ποτέ! Γιατί καμία σχέση δεν έχει το ένα με το άλλο. Αρα πώς πας να πάρεις διαφήμιση με 18,5%; Tου 6% θα πάρεις ή του 4% Εκεί δηλαδή που αντιπροσωπεύεται το προϊόν το διαφημιστικό. Κατάλαβες;
Γιατί ακούμε πλέον σταθμούς και όχι ραδιοφωνικούς παραγωγούς; Τι εξέλιξη πιστεύεις ότι θα έχει αυτή η κατάσταση;
Aπόδειξη αυτoύ που μόλις μου είπες, είναι ένα πολύ δυστυχισμένο (λέω με άλλη λέξη για να τονίσω περισσότερο το πρόβλημα) γεγονός ότι δεν έχουνε βγει καινούργια ονόματα στο ραδιόφωνο γιατί όλοι ακούνε σταθμούς που δεν ξέρουν ούτε τη συχνότητα, ακούνε έτσι, το 'χουνε περάσει στη μνήμη του ραδιοφώνου τους, είτε στο αυτοκίνητο στο σπίτι και δεν ξέρουν καν τη συχνότητα. Και εκεί υπάρχει ένα μπέρδεμα με τις εταιρείες (αυτό είναι μια άλλη ιστορία). Και δεν προσέχουν ποιος μιλάει, τι λέει και λοιπά. Απόδειξη ότι, δυστυχώς, ακόμα εμείς έχουμε ονόματα στο ραδιοφωνικό καντράν και όχι τα καινούργια παιδιά που έπρεπε να είχανε για να περάσουν μπροστά και θα το χαιρόμουν πολύ αυτό, πρώτα τα παιδιά, τα νεαρά, τα ταλαντούχα αλλά και τα καυλωμένα. Και μετά εμείς. Εμείς είμαστε βετεράνοι, είναι σαν να παίξει ο Δομάζος και ο Σιδέρης σε ένα αγώνα παλαίμαχων. Πάντα θα υπάρχει ένα ενδιαφέρον για το Δομάζο και τον Σιδέρη που παίζουνε μπάλα στα 50 τους, στα 40, στα 60, και θα πάει ο κόσμος να τους δει αλλά και οι εφημερίδες θα πάνε να απαθανατίσουν σκηνές. Έτσι θέλουμε να είμαστε. Δεν θέλουμε να είμαστε πρωταγωνιστές εμείς που έχουμε κάνει όνομα στο πέρασμα των δεκαετιών από τα 60s του the present. Έχουν δοθεί σωστές απαντήσεις επί του θέματος και από την άλλη πλευρά του ωκεανού, δηλαδή από την πλευρά των εταιρειών που αντιπροσωπεύουν τα ραδιόφωνα στην Αθήνα,. Τώρα δεν ξέρω τι γίνεται η Κοζάνη, λοιπόν κατά ένα ποσοστό έχω μία θετική ένα θετικό feedback με τη δική τους τοποθέτηση. Δεν είμαι 100% αρνητικός για το θέμα playlist μιλάω. το playlist το μισώ μόνο στον τομέα της αμεσότητας. Δηλαδή θέλω να παίξω τώρα ένα κομμάτι του ακροατή μου που με παίρνει τηλέφωνο γιατί μόλις έπιασε το χέρι για πρώτη φορά στο κάθισμα το αυτοκινήτου της κοπελιάς του, μόλις ερωτευτήκαν ας πούμε, είναι το τραγούδι που γνωρίστηκαν σε ένα πάρτι, αυτή τη σκηνή πρέπει να την εντός εισαγωγικών να την απαθανατίσεις ραδιοφωνικά και άμεσα να την προβάλλεις. Το τώρα, το σήμερα. Αυτή τη στιγμή. Δεν είναι μόνο να ικανοποιήσει ένα ζευγάρι δύο ακροατές από τους χιλιάδες υποτίθεται που ακούνε… Το νιώθεις ότι πρέπει να το κάνεις. Αν είσαι και εσύ ρομαντικός, συναισθηματικός και επαγγελματίας... Οι ιδιοκτήτες δεν καταλαβαίνουν επίσης ότι το ραδιόφωνο δύο φορές έχει γίνει μόδα μετά το κλασικό κρατικό των προηγούμενων δεκατριών 40, 50, 60 και 70 (είχε καλά προγράμματα τότε) έγινε με τους πειρατικούς σταθμούς στα μεσαία της δεκαετίας του 60 μέχρι αρχές 70, μετά κατέρρευσε και αυτό, και παρά τον φόβο της έντονης παρακολούθησης και απαγόρευσης. Δεύτερη φορά έγινε με την ιδιωτική ραδιοφωνική πρωτοβουλία που άρχισε το 87 με αφετηρία τουλάχιστον στην Ελλάδα τον 9.84 που ήτανε πειρατικός, δηλαδή παράνομος, και το Κανάλι 1 για τον Πειραιά επί Ανδριανόπουλου που ήταν επίσης παράνομο. Εκεί έγινε μόδα. Ολη η νεολαία πήγαινε στους σταθμούς, στα πάρτι, στις εκδηλώσεις, στις συναυλίες… Τώρα ακούς πάρτι του τάδε σταθμού ο οποίος έχει 8%, πάω λοιπόν μία σε ένα από αυτά δεν θέλω να πω, είχε 100 άτομα… Παρά τη διαφήμιση την υπερβολική, μην ξεχάσετε το πάρτι και αυτό συνέβη μάλιστα τώρα πρόσφατα. Συμπέρασμα… δεν είναι ελκυστικά πλέον τα ραδιόφωνα, και αυτό το λέω απευθυνόμενο στους ιδιοκτήτες, γιατί ήμουν και εγώ κάποτε συνιδιοκτήτης δύο σταθμών, (Kiss Fm/Capital κλπ. Planet που είχα και περιπέτειες) και τους νιώθω… Δεν είμαι ηλίθιος. Τα ραδιόφωνα τους σήμερα αξίζουν 5 δραχμές κόστος να το πουλήσουν. Αν όμως ήτανε σε περίοδο μόδας, που όλη η Αθήνα, όλη η Ελλάδα ακούει ραδιόφωνο που είναι το πιο λογικό να κάνεις σήμερα με το μέτριο τηλεοπτικό πρόγραμμα των καναλιών και με την δυστοκία την οικονομική, του να μπορεί να βγει ένας άνθρωπος έξω να διασκεδάσει δηλαδή συχνά τα βράδια έστω και λιτά, η πρώτη επιλογή θα ήτανε το ραδιόφωνο. Και το καθιστούν ντεμοντέ σχεδόν το ραδιόφωνο στην Ελλάδα την τελευταία εικοσαετία. Δεν θα έλεγα ότι έχει φτάσει ακόμα εκεί, αλλά είναι μία απλή συνήθεια. Και έτσι αντί λοιπόν το περιουσιακό στοιχείο να κάνει, που κάνει σήμερα, 5 δραχμές ανεξαρτήτως αν έχουν 5%-6% ή 2% Αν όμως γίνει μόδα θα το πουλήσουν 25. Μεγάλη διαφορά… Άλλο δύο εκατομμυριάκια ή τρία κι άλλο 10-12-15. δηλαδή χάνουν ήδη λεφτά επειδή παίρνουν μερικές χιλιαδίτσες παραπάνω το μήνα από τη διαφημιστική αγορά. Δηλαδή είναι λάθος marketing. Mην ξεχνάς έχω σπουδάσει marketing στο Λονδίνο και ήμουνα marketing director και Senior director στη Sony Music. Ξέρω από marketing. Δεν το λέω από εμπειρία μόνο, γιατί εγώ έκανα marketing και πρακτικά. Δηλαδή το marketing είναι ένα ένα κωλόχαρτο ας πούμε που χρησιμοποιούν τα golden boys που είναι η αντιπάθεια της σημερινής πραγματικότητας. Ναι αλλά αυτό το πράγμα εγώ για να κάνω marketing plan σε ένα καλλιτέχνη εξετάζω σημερινή κατάσταση καλλιτέχνη, προϊστορία καλλιτέχνη, πωλήσεις καλλιτέχνη, τι προβλέπεται να πουλήσει ο νέος δίσκος του τάδε καλλιτέχνη, ανάλυση και λοιπά, αυτό λέγεται marketing plan. Πριν δύο δίσκους της Αννας Βίσση λέω, αυτό όμως έπρεπε να το δω και πρακτικά… Για αυτό τα βράδια πολύ συχνά πήγαινα και έκανα περατζάδες. Δεν ήμουνα του τρίπτυχου πιτζάμα – παντόφλα – πιτυρίδα, τα τρία Π… να κοιμάμαι σπίτι μου τα βραδιά. Γιατί όλοι οι executive των δισκογραφικών κοιμούνται το βράδυ. Κάθονται σπίτι τους και βλέπουνε Μακρυκωσταίους και Κοντογιώργηδες… Εγώ όμως κυκλοφορούσα. Με βοηθούσε και το γεγονός ότι είχα πάντα μικρές σε ηλικία φίλες, οι οποίες το θέλανε αυτό. Φυσικά το μεγάλο κίνητρό ήταν να πάω να δω τον καλλιτέχνη μου, να δω πώς είναι εκεί, να δω αντιδράσεις του κόσμου στο νέο τραγούδι που θα πει το οποίο δεν έχει κυκλοφορήσει, να τα πούμε λίγο στο καμαρίνι του, να πω τις ενστάσεις μου, να πω τις παροτρύνσεις μου… Δηλαδή το δούλευα το πράγμα έκανα σοβαρή δουλειά όχι μόνο θεωρητική αλλά και πρακτική. Ε ας το κάνουν αυτό κάποια στιγμή επιτέλους και ιδιοκτήτες ραδιοφωνικών σταθμών Αττικής.
Θέλω να μου πεις σε αυτή την κατάσταση του ραδιοφώνου, τι μερίδιο ευθύνης έχουν, αν έχουν, οι ακροατές.
Έχουν το ίδιο μερίδιο ευθύνης που έχουν και εκείνοι που ψηφίζουν τα κόμματα στις εκάστοτε εκλογές. Είναι το λογικό ελληνικό μερίδιο ευθύνης, εννοώ του κοινού.
Τι συμβουλή θα έδινες στα νέα παιδιά που ξεκινούν να κάνουν ραδιόφωνο;
Μετά από τόσα χρόνια και μέσα από την καρδιά μου, αυτό που έχω να πω σε όλα τα παιδιά που είναι τσιτωμένα με το αντικείμενο ή το χόμπι που γουστάρουν πολύ εννοώ, και όπως είπα και σε ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα μία μέρα θα πρέπει να έχουν το παράδειγμα Βασίλης Σπανούλης… Είναι πολύ χαρακτηριστικό για τη δύσκολη ανταγωνιστική περίοδο που ζουν σήμερα, και κάτω όπως συνθήκες αντίξοες. Δεν χρειάζεται να τα πω, πανδημίες, άλλες ασθένειες, ανεργία, οικονομική δυστοκία, μιζέρια, είμαστε τώρα μία εικοσιπενταετία έτσι, δεν είναι το τυπικό του Παπανδρέου στο Καστελόριζο… Εδώ μιλάμε για 25 χρόνια περίπου. Να σου το οριοθετήσω μάλιστα… Είναι από το σεισμό της Πάρνηθας και το μπλαφ του Χρηματιστηρίου της Αθήνας… Από τότε ξεκινάει η κάτω βόλτα, η οικονομική της ελληνικής οικογένειας, δεν με ενδιαφέρει του Κράτους… Λοιπόν νεαρέ μου, Κώστα, Παναγιώτη, Γκίκα, όπως λέγεσαι, δεν θέλω να κοιμάσαι με τη Μαρία, τη Βάσω και την Περσεφόνη το βράδυ… θα κοιμάσαι με το αντικείμενο που αγαπάς! Ο Σπανούλης κοιμότανε με την μπάλα του μπάσκετ. Δεν κοιμότανε με τη Μαρία, δεν είχε καν γκόμενα… Απαγορεύονται οι γκόμενες… Τι πάει να πει γκόμενα… Ανώμαλος είσαι; Μέχρι αυτού του σημείου φτάνω. Αυτά στα λέω γιατί θέλω να δώσω έμφαση στο ότι πρώτα ερωτεύεσαι το δίσκο αν είσαι μουσικόφιλος, πρώτα ερωτεύεσαι το ποδόσφαιρο αν θέλεις να γίνεις Ρονάλντο, ή να είσαι ένας καλός υπάλληλος, όχι καλά πληρωμένος, στο δημόσιο, ή στην τράπεζα ξέρω γω καλά κάνεις… Εγώ δεν απευθύνομαι σε αυτούς, απευθύνομαι στους άρρωστους, στα ψώνια με την καλή έννοια, μόνο αυτοί με ενδιαφέρουν, και μόνο με αυτούς κάνω παρέα. Θέλω τρελούς, θέλω άρρωστους, θέλω ψώνια με το αντικείμενο… Και το αντικείμενό μας, αν είναι κοινό… δεν με ενδιαφέρουν οι απλοί. Γι αυτό δεν κάνω παρέα ποτέ με άντρες… Τι να τους κάνω… Και επειδή επειδή είμαι και λίγο κομπλεξικός και επειδή οι άντρες είναι χειρότεροι από τις γυναίκες στο κουτσομπολιό… Αρχίζουν να λένε τα γκομενικά, πώς έγινε το βράδυ με την τάδε, κλπ. Όλα αυτά με αηδιάζουν. Εγώ πάντα από μικρό παιδί που ήμουνα είχα κοριτσίστικες παρέες, όχι επειδή ήμουνα ο ωραίος της γειτονιάς αλλά επειδή είχα τον πειρατικό σταθμό. G Poly και με έπαιρναν τηλέφωνο για αφιερώσεις και έβγαινα και ραντεβουδάκια, και ερχότανε και στο πατάρι που είχα το σταθμό…
Θέλω να μου πεις ποια στιγμή ραδιοφωνική με ακροατή ή ακροάτρια θυμάσαι τώρα, και σκας χαμογελάκι…
Έχουν συμβεί τόσα πολλά που θα γίνω και εγώ σε λίγο σαν και σένα και θα γράψω βιβλίο. Θα σου πω ένα ευτράπελο που μου ήρθε τώρα και δεν έχει να κάνει με ακροατή/τρια. Ένα βράδυ στο δωμάτιό μου όπου είχα και τον σταθμό. Κάνω εκπομπή και ξαφνικά βλέπω στον τοίχο να περιφέρεται κάτι, μια αντανάκλαση… Λέω ραδιογωνιόμετρο… το 100 είναι… θα με πιάσουνε… Κλείνω τα μηχανήματα του σκοτωμού… Σαν κλέφτης σχεδόν βγαίνω έξω να κοιτάξω από τον μπαλκονόπορτα, ήταν γωνιακό το σπίτι, δεν βλέπω τίποτα… Βγαίνω έξω σιγά-σιγά για να μην ξυπνήσω τη μαμά, κοιτάω… τίποτα… Για να είμαι σίγουρος πάω στην ταράτσα, τώρα μιλάμε με τη φόρμα μου και έκανε και κρύο, τίποτα… Εν τω μεταξύ να μου 'χει φύγει η ψυχή, και επειδή ήμουνα επαγγελματίας παρότι ερασιτέχνης πειρατής, θέλω να είμαι συνεπής με τον ακροατή μου, τον σταθερό, τον πιστό, τον μουσικόφιλο, τον άρρωστο, όπως είμαι εγώ, και τελικά τι ήταν ρε παιδί μου… Γύρναγε το πικάπ χωρίς δίσκο και έκανε αντανάκλαση στον τοίχο, και εγώ το πέρασα ότι ήτανε ραδιογωνιόμετρο…
Πως ξεκίνησε ο GS POLY;
Ωραίες εποχές… Θα σου μιλήσω λίγο για τον Στέλιο… Eυτυχώς για μένα ο μεγάλος μου ξάδελφος, βλέπε Tutti Fruti που σου έλεγα, ο Στέλιος Πολυχρόνιου ήταν και αυτός ερωτευμένος… Όχι με το δίσκο είτε με την μουσική, αλλά με τη Δέσποινα… Ο Στέλιος λοιπόν, για να κάνω εκπομπή στον GS Poly στο Βύρωνα, επίσης σε πλυσταριό, είχε ένα πρόβλημα με το λαιμό επειδή κάπνιζέ, και ερχόταν η γιαγιά του με το χτυπητό αυγό κατά τη διάρκεια της εκπομπής και του το έδινε. Και εκεί που έλεγε: και τώρα οι Αnimals σε ένα τραγούδι που λέγεται Ιt’s my life, με flipside το I’m gonna change the world,(Columbia δίσκος), πνιγότανε με το αυγό, άνοιγε την πόρτα, πέταγε μια ρουκέτα, ο ήχος της οποίας φυσικά ακουγόταν στο μικρόφωνο… Οι κότες στο διπλανό κοτέτσι ξυπνάγανε και άρχιζαν να κακαρίζουν, πράγμα που επίσης πέρναγε στο μικρόφωνο… ¨Τι κάνεις ρε Στέλιο; του λέω. κακαρίζουν οι κότες και βγαίνει στον αέρα μου λένε στο τηλέφωνο… Κλείσε την πόρτα τουλάχιστον… Κάνε κάτι…¨ Για να τον βρω και να κάνουμε εκπομπή ήξερα ότι ή θα είναι στο Θεοφάνη τον Λόρη του Παναθηναϊκού που είχε ένα σφαιριστήριο στο Παγκράτι, ή στο Λέτζο, ή έξω από το σπίτι της Δέσποινας…Για να κάνω εκπομπή πίστεψέ με τραβούσα τα πάνδεινα… Ένας μαραθώνιος… να φύγω από τον Υμηττό να πάω στο Βύρωνα, άφηνα εκεί στο στούντιο, το διαμορφωμένο πλυσταριό τους δίσκους μου, και με τα πόδια πάλι από το Βύρωνα στο Παγκράτι για να δω τώρα πού θα είναι ο Στέλιος… Πάω στον Θεοφάνη, όχι μου λένε μόλις έφυγε, θα ΄ναι στο Λέτζο (υποθέτω). Τώρα μιλάμε για χιλιόμετρα όχι αστεία… πάω στο Λέτζο.. τίποτα… πάω στη Δέσποινα τελευταία στάση… Απ΄ έξω ο Στέλιος… «Κάτσε, κάτσε άλλα 10 λεπτά… κάτσε όπου να ΄ναι θα βγει… μου λεγε ο Στέλιος. Να βγάλει το πρόσωπό της δηλαδή από το παράθυρο, μην φανταστείς κάτι άλλο… δεν την αφήναν ούτε αυτό οι γονείς της, να βγει έξω να τη δει ρε παιδί μου, δεν υπήρχαν και τα κινητά τότε… Επιτέλους να η Δέσποινα… Μας χαιρετούσε, γεια σας γεια σας κουνώντας το χέρι της, έστελνε και φιλάκια στο Στέλιο, άντε του λέω πάμε επιτέλους μας περιμένουν ένα εκατομμύριο ακροατές… Εν τω μεταξύ 800.000 ήταν όλοι - όλοι οι κάτοικοι της Αθήνας… (γέλια). Στα λέω αυτά για να καταλάβεις τι τράβαγα για να κάνω την καθημερινή εκπομπή. Τι να κάνω όμως… ήμουν άρρωστος με το αντικείμενο, βασικά αυτό, και μου έβγαινε το επαγγελματικό… Ήθελα να ήμουν συνεπής, μου άρεσε η συνέπεια… Tην οποία απέκτησα στο 100% όταν πήγα φοιτητής στο Λονδίνο το 70 που τελείωσα το λύκειο. Δεν υπάρχει δικαιολογία… φύγε μία ώρα νωρίτερα από το σπίτι σου. Εντάξει άνθρωπος είσαι, κάτι μπορεί να τύχει… Τηλέφωνο, βάλε δύο τραγούδια και έρχομαι γιατί αυτό και αυτό έπαθα. Αυτό μου έχει συμβεί στις περίπου 50.000 εκπομπές που έχω κάνει στη ζωή μου ίσως 100.000, από το 64 αδιαλείπτως χωρίς σταματημό, πολύ λίγες φορές. Δυστυχώς τώρα κάνω εκπομπή μία φορά την εβδομάδα, αλλά γίνεται με τέτοια αγάπη, με τέτοιο τέτοιο ψάξιμο σα να είναι η πρώτη φορά. Και πάντα παίζω μουσική με φυσικά μέσα, αυθεντικά album, βινύλια εννοώ και cd. Iσως εγώ, o Πετρίδης και δύο τρεις ακόμα παίζουμε ακόμα με φυσικό προϊόν. Oλοι πάνε με ένα στικάκι πια…
Πως στήνεται μια εκπομπή;
Έχω την εμπειρία να παίζω και τα «γνωστά» αλλά και σχετικά άγνωστα στον πολύ κόσμο τραγούδια. Όλη μου τη ζωή δεν ήμουνα ποτέ υπέρ των άκρων. Δεν μπορώ να παίξω Iron Maiden. Δεν μπορώ τη Heavy Metal, όπως δεν μπορώ και το Μέγαρο Μουσικής. Η μαεστρία μιας εκπομπής είναι το σερβίρισμα της μουσικής από τον ραδιοφωνικό παραγωγό. Έχει πολύ μεγάλη σημασία πως το σερβίρεις… Πως ξεκινάς μια εκπομπή, πως συνεχίζεις, για να μην βαρεθεί ο ακροατής. Ξεκινάς με τα «δυνατά-γνωστά» τραγούδια στην αρχή για να του κεντρίσεις το ενδιαφέρον. Πώς να στο πω… Και η Μαρινέλλα, αυτή η μεγάλη Κυρία του τραγουδιού, όσο και μια νέα τραγουδίστρια, χρειάζονται το χειροκρότημα. Όλοι και όλες διαγωνιζόμαστε συνεχώς γιατί οι εποχές αλλάζουν. G Poly… Τόσα χρόνια ραδιόφωνο… Διαγωνίζομαι κύριε… Αν δεν ανανεώνεις το κοινό σου, αν δεν έχεις τους νέους με το μέρος σου, έχεις χάσει. Τις μόδες τις δημιουργούν οι νέοι. Ούτε οι πενηντάρηδες, ούτε οι εβδομηντάρηδες. Ένα καλό πράγμα για να γίνει established χρειάζεται τη νεανική υποστήριξη. Κι εσύ πρέπει να καταφέρεις τώρα να κρατάς τους παλιούς, και να φέρνεις τους καινούργιους. Τους καινούργιους πως τους φέρνεις; Με δύσκολα Rock πράγματα, όσον αφορά εσένα, Soft Rock εγώ και ποιοτική μουσική. Μιλάω με αίσθημα, με συναίσθημα, με δύναμη, ιδρώνω, κουνιέμαι, χορεύω, το ζω με λίγα λόγια κι ευτυχώς που δεν με βλέπετε. Μαθαίνεις μαζί μου διασκεδάζοντας.
Πρέπει να «τσαλακώνεται» ένας ραδιοφωνικός παραγωγός;
Εγώ δεν το κάνω γιατί απλά έτσι είναι η ζωή μου. Μπορεί να είμαι κουλτουριάρης στις μουσικές μου επιλογές, και σε θέματα κοινωνικού χαρακτήρα, σε ένα θέατρο, σε ένα βιβλίο, αλλά μου αρέσει και η πλάκα. Είμαι και Ντίνος Ηλιόπουλος, θέλω και την πλάκα, θέλω το καλαμπούρι. Μου έλεγαν συνάδελφοι: «Ρε μπαγάσα πως καταφέρνεις να κάνεις τον Τροχό της Τύχης, ένα παιχνίδι λαϊκό, και το βράδυ να παίζεις blues, jazz… Είναι δύο διαφορετικά πράγματα».
Πως προέκυψε το τηλεοπτικό;
Με πίεζε η Άννα Πρετεντέρη όταν θα άνοιγε ο AΝΤ1 να κάνω ένα πιλότο. Σκέψου ότι αναγκάστηκε η Βίσση με τον Βιντιάδη όταν πήγαν στο Μαρόκο να κάνουν το video clip του δίσκου της «Φωτιά», και με πήρε ο Βιντιάδης που θα ήταν ο σκηνοθέτης, του Τροχού, και μου λέει: «Γιώργο σε παίρνω από το ξενοδοχείο, μη τυχόν και δε πας αύριο να κάνεις τον πιλότο. Θα στεναχωρηθώ πολύ». Σιγοντάριζε και η Άννα… «Ελα ρε συ… κάνε το». Και έτσι πήγα. Δεν θα πήγαινα… Και είχα ανταγωνιστές πολύ δυνατούς. Δώδεκα τον αριθμό… και μετά το πέρας των πιλότων μου ανακοίνωσαν ότι επιλέχθηκα εγώ.
Μετά την περίοδο της πειρατείας, πότε το ραδιοφωνικό μονοπάτι άρχισε να γίνεται επαγγελματικό;
Αυτό έγινε μία φορά που πήγα στη Lyra, να πάρω δίσκους. (Δωρεάν μας τους έδιναν σε εμάς τους γνωστούς πειρατές). Και μου λέει μια μέρα ο Πατσιφάς καθώς πήγαινα στην αποθήκη, ήταν και ο Κυριάκος Μαραβέλιας, αντιπρόεδρος τότε της Lyra, οποία εκπροσωπούσε τότε την Warner Brothers, «Εσύ κάνε ένα πιλότο!». Στην αρχή δεν το κατάλαβα, μίλαγε και λίγο περίεργα, και πετάγεται ο Τάσος Φαληρέας και του λέει: «Αφήστε το κε Πατσιφά θα του το πω εγώ». Και κάνω ένα πιλότο. Παρών στον πιλότο και ο Πατσιφάς. Έδιναν πολύ μεγάλη σημασία στον εκφωνητή των εκπομπών της Lyra. Τότε υπήρχαν οι προσφερόμενες εκπομπές των εταιριών οι οποίες γίνονταν με πλειοδοτικό διαγωνισμό έχω να σου πω. Πλήρωναν την ΕΡΤ ενοίκιο. Η Lyra παρουσιάζει, η CBS παρουσιάζει, η Columbia παρουσιάζει, η Minos παρουσιάζει… Εγώ είχα το ξένο ρεπερτόριο της Lyra. H αλήθεια είναι ότι ο Πατσιφάς δεν με πολύ ήθελε. «Η Lyra είναι σοβαρή εταιρεία. Εσείς μου φέρατε παιδική χαρά εδώ πέρα. Έναν εικοσάρη μαλα…σμένο». Κύριε Πατσιφά ας τον δοκιμάσουμε του έλεγαν. Κάνω εν τέλει τον πιλότο που ο Πατσιφάς δεν με είχε πάρει με καλό μάτι λόγω ηλικίας. Η μόνη συμβουλή που μου δόθηκε ήταν να μιλάω σωστά μεν Αγγλικά, αλλά με ελληνική προφορά. Στο δρόμο για το studio, εγώ ο Τάκης ο Τσίρος, ο Φαληρέας και ο Πατσιφάς. Ξεκινάω τον πιλότο και λέω: «Lyra… η εταιρεία των Ελληνικών hits (με Ελληνική προφορά)». Με διακόπτει ο ηχολήπτης και μου λέει: «Κε Πολυχρονίου hits με αγγλική προφορά, δεν λέμε hits όπως λέμε χέζω…». Πως δεν χέστηκα πάνω μου έχω να σου πω… Μιλάμε για φοβερά πράγματα…
Η εμπλοκή σου στην δισκογραφία πως ξεκίνησε;
Ήμουν στη Lyra λοιπόν με δελτίο παροχής μέχρι το ‘76, όταν το ’76 με την παγκοσμιοποίηση όλες οι μεγάλες εταιρίες άνοιξαν υποκαταστήματα στην Ελλάδα. Ήρθε λοιπόν η CBS. Ενώ μέχρι τότε την αντιπροσώπευε η MUSIC BOX. Mου λέει λοιπόν ο Φαληρέας «Γιώργο φεύγουμε και έρχεσαι στην CBS». «Ό,τι πει ο μπαμπάς σκέφτηκα». Ο μπαμπάς όλων μας ήταν ο Τάσος Φαληρέας. Ολοι τον λέγαμε μπαμπά! Είχε το θρυλικό Pop Eleven στο Κολωνάκι, μαζί με τον Γρηγόρη τον αδελφό του. Ετσι ξεκίνησε, για να φτάσουμε στο σημείο όπου έρχεται ο Ραμπίνοβιτς που μου προτείνει πολλαπλάσια χρήματα για να δουλέψω στην CBS, την μετέπειτα SONY, το ’84. Εκεί ανέλαβα τον ρόλο του marketing manager, και marketing director μόλις έφυγε ο Καρατζάς. Με λίγα λόγια έγινα ο Νο 2 της εταιρείας. Και είχα προτάσεις και από την Polygram (Universal δηλαδή), πάγια πρόταση του Μάκη Μάτσα (Μίνος Μάτσας και Υιός), πρόταση από Φαληρέα, Κυβέλο (Columbia), αυτά στα λέω πρώτη φορά μετά από 40 χρόνια. Πολλά λεφτά τα οποία δεν εκτίμησα να ξέρεις.
Τι πάει στραβά με τις Αγγλόφωνες Ελληνικές μπάντες, και ενώ είναι αξιόλογες δεν κάνουν το παραπάνω βήμα στο εξωτερικό;
Εδώ και 30 χρόνια η Άγγλο – Αμερικάνικη βιομηχανία μουσικής έχει ανοίξει τις πόρτες του συστήματος, γιατί υπάρχει και εκεί σύστημα, και δοκιμάζουν πλέον μπάντες και καλλιτέχνες από όλο τον κόσμο. Και εδώ είναι που γίνεται πολύ απλό το πράγμα. Μόλις μειώθηκαν οι αποδοχές των μελών της οικογενείας λόγω των μνημονίων, τα παιδιά που είναι κατά κύριο λόγω οι αγοραστές δίσκων, οι watchers συναυλιών, δεν έχουν χαρτζιλίκι. Γυρίσαμε πίσω στο ’70 όπου δούλευαν όλα τα μέλη της οικογένειας. Με την οικονομική δυστοκία λοιπόν οι εταιρίες άλλαξαν πρόσωπο. Ξαναέφυγαν οι πολυεθνικές, και ξανά νοικιάζουν τις εταιρίες (200 χιλιάρικα το χρόνο), σου λέω και το νούμερο που πληρώνει ο Έλληνας Πολυχρονίου πχ για την τάδε εταιρεία στην Ελλάδα. Συνεπώς δεν πουλάει το φυσικό προϊόν. Τότε ήταν ένα από δύο πράγματα που αγόραζε ο νεαρός. Έτσι λοιπόν από το 2000 και μετά, το CD, ο δίσκος, και παρά την πειρατεία, που τώρα κατεβάζεις ότι και όποτε θέλεις στο διαδίκτυο, από πρώτη, δεύτερη άντε επιλογή, κατέβηκε πολύ χαμηλότερα. Τα χρήματα δεν του φτάνουν να αγοράσει και CD ή βινύλιο. Οι εταιρίες φαντάσματα βλέποντας ότι δεν έχουν μέλλον τι κάνουν; Πως λέγεσαι νεαρέ μου; Πολυχρονίου πχ. «Τι θέλεις νεαρέ μου;». «Εχω έτοιμη μία δουλειά». «Ευχαρίστως. Φέρε μας 3.500 χιλιάδες π.χ. να το επικοινωνήσουμε». Γιατί το κάνουν αυτό; Γιατί σταμάτησαν πλέον τα δωράκια στους εμπλεκόμενους. «Αυτός είναι ο τιμοκατάλογος και θα γίνεται με παραστατικά». Μην ξεχνάς ότι είναι επιχειρηματίες. Θέλουν λεφτά. Ειδικά του Ελληνικού ρεπερτορίου, ή μάλλον μόνο του Ελληνικού ρεπερτορίου. Είναι εισπρακτικές εταιρίες.
Γιώργο σε ευχαριστώ πολύ για την συνέντευξη και εύχομαι να σε ακούμε συχνότερα στο ραδιόφωνο
Εγώ σε ευχαριστώ Ηλία, και αντεύχομαι να σε ακούσουμε ξανά στα FM