Όπως έχει πει και ο John Lennon: «Πριν τον Elvis δεν υπήρχε τίποτα»

Όπως έχει πει και ο John Lennon: «Πριν τον Elvis δεν υπήρχε τίποτα»
Ακολουθήστε μας στο Google news

Μία χορταστική και εφ όλης της ύλης συνέντευξη του Γιάννη Αλεξίου!

04 Ιουλίου 2023

Του Ηλία Σελιμά

Ο Γιάννης Αλεξίου είναι ένας από τους ανθρώπους που η ελληνική ροκ σκηνή του χρωστάει πολλά. Αυτό σας το λέω εγώ καθώς αυτός σαν ιδιοσυγκρασία δεν πρόκειται να ισχυριστεί ποτέ κάτι τέτοιο. Ακούραστα εργάζεται στο παρασκήνιο για αυτό που αγαπά περισσότερο… τη μουσική. Γεννήθηκε στις 6 Ιουνίου 1967 στην Αθήνα. Σπούδασε δημοσιογραφία, και είναι μέλος της ΕΣΗΕΑ από το 2000. Εργάστηκε αρχικά ως αθλητικός ρεπόρτερ και στη συνέχεια ως ρεπόρτερ με πεδίο το ελεύθερο και οικονομικό ρεπορτάζ σε πολιτικές εφημερίδες. Η πολύπλευρη γνώση του πάνω στην μουσική και η αγάπη του γι' αυτήν τον οδήγησαν σταδιακά στην εξειδίκευσή του ως μουσικού δημοσιογράφου. Επιπλέον, δραστηριοποιήθηκε στο χώρο της ηλεκτρονικής ενημέρωσης ενώ παράλληλα έχει συνεργαστεί με ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς. Τελευταία του κατάθεση και συνεισφορά στο μουσικό κοινό έγινε τον Ιούνιο του 2021 με το βιβλίο «Πρωτοπόροι του Ελληνικού Rock» (εκδόσεις Ogdoo Music Group).

• Δημοσιογράφος, συγγραφέας, ραδιόφωνο, μουσικά περιοδικά, μάνατζερ μουσικών συγκροτημάτων, κάποτε ιδιοκτήτης δισκάδικου, συλλέκτης δίσκων βινυλίου… Πορεία μακρά, αναμφισβήτητα. Πως θα την χαρακτήριζες ως σήμερα;
Δεν νομίζω ότι έχω κάνει κάτι σπουδαίο σε μια χώρα που αναγνωρίζεται κάποιος ως σημαντικός αν κάνει περιουσία από τη δουλειά του. Για μένα όλα αυτά που αναφέρεις είναι όλη μου η ζωή και είμαι ευτυχισμένος που έκανα το χόμπι μου εργασία και καταφέρνω να επιβιώνω έως σήμερα με άξονα την μουσική. Ακούω μουσική, συλλέγω μουσική, γράφω για την μουσική, είναι το αγαπημένο θέμα συζήτησης, με την μουσική περνάω το χρόνο μου. Όσο και αν είναι υποτιμημένη η ιδιότητα του μουσικού δημοσιογράφου στις μέρες μας που γενικότερα είναι απαξιωμένος ο πολιτισμός, θα υποστηρίζω όσο ζω, τον ανεπίσημο τίτλο του «τελευταίου Rock’n’Roll συντάκτη» που μου απένειμε το 2000 ο αείμνηστος μουσικάνθρωπος και εκδότης του περιοδικού «Μουσικό Εξπρές» Τάσος Ψαλτάκης, παρουσία του διευθυντή του Crash, Κώστα Αναγνωστόπουλου. Ωστόσο δηλώνω παρατηρητής της ζωής.
Όσο για το ιδιοκτήτης δισκάδικου ήταν ένα όμορφο στέκι και όχι μαγαζί με χαρτιά, για τους μουσικόφιλους τα Σαββατοκύριακα που είχα ελεύθερο χρόνο από τη δημοσιογραφία. Ένας χώρος γεμάτος βινύλια, cd και πόστερ που λεγόταν Stock House, είχε σήμα το κεφάλι των Dr. Feelgood και κατοικοέδρευε στο ισόγειο της μονοκατοικίας μας στη Νέα Σμύρνη από το 1996 έως το 2004 που γκρεμίστηκε για να γίνει πολυκατοικία.

Photo: Magic Bus – Poulikakos: Με τον Δημήτρη Πουλικάκο στο Magic Bus, Club 22, σεζόν 2004-5. Φωτο: Γ. Κανελλόπουλος

• Όσον αφορά το μονοπάτι του μάνατζερ συγκροτημάτων ποιο είναι το ποιο περίεργο πράγμα που σου έχει ζητήσει μια μπάντα;
Ο Δημήτρης ο Πουλικάκος ζήτησε ξαφνικά λίγες ώρες πριν το live ένα σετ κόνγκας ειδικά για την εμφάνιση της βραδιάς αυτής και τρέχαμε, ώσπου βρήκε ο Μάκης ο Σαλιάρης που φιλοξενούσε την μουσική μου παραγωγή Magic Bus στο Club 22 τη σεζόν 2004-5 με την συμμετοχή των Socrates Drank The Conium, Σταύρου Λογαρίδη με το συγκρότημά του και Πουλίκας με τους Άσσους του Καράτε Νο2.

• Ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετώπισες με αυτή την ιδιότητα;
Να την συνδυάσω με τη δημοσιογραφία καθώς ήμουν επί ποδός όλη μέρα, με την εφημερίδα, να κλείσω live συνήθως τα βράδια, να προμοτάρω τις συναυλίες και να είμαι στα live έως αργά και το πρωί δουλειά. Κούραση πολλή αλλά ποιος νοιαζόταν; Περνούσα τέλεια! Αυτό κράτησε όλη τη δεκαετία του ’90 έως το 2005 με το Magic Bus και συνεχίστηκε με μια άλλη μορφή στη γιορτή βινυλίου Vinyl is Back στην δεκαετία του 2000. Τώρα έχει κλείσει το κεφάλαιο μάνατζμεντ για μένα.

 

Photo: Rockwave 19.7.18: Στο Rockwave Festival το 2018


• Τι σε έκανε να ασχοληθείς με μπάντες σαν manager;
Πάντα μου άρεσε να παρουσιάσω κάτι πολύ καλό για την ψυχαγωγία του κόσμου. Δεν σου κρύβω ότι σε αυτό το κομμάτι δράσης ένοιωθα την μεγαλύτερή ικανοποίηση και αν το είχα βάλει σε σωστές βάσεις και είχε έρθει πρώτα στο μυαλό μου, αντί η δημοσιογραφία, θα ήθελα να το ακολουθήσω πιο επαγγελματικά. Ήταν το καλύτερό μου. Στη διάρκεια ενός live ένοιωθα ελεύθερος, χαρούμενος και δοτικός. Στη δουλειά αυτή με έβαλε ο μπλουζίστας Ανδρέας Γκομόζιας καθώς ήμουν φαν των Blues Family του περιβόητου blues συγκροτήματος που είχε σχηματίσει ο Γιάννης ο Μόνος κι έπαιζε τότε κιθάρα μαζί τους ο Ανδρέας. Είχαν πολλή δουλειά την εποχή αυτή και μου πρότεινε ο Ανδρέας «αφού γυρίζω που γυρίζω δεν κλείνω και κανά live;». Έτσι άρχισα να κλείνω δουλειές, παράλληλα με τη δημοσιογραφία, για το σχήμα αυτό και ήταν από τις πιο ευτυχισμένες μέρες της ζωής μου η τριετία 1992-95 με τους Blues Family. Μετά την αποχώρηση του Ανδρέα από το σχήμα τον ακολούθησα υποστηρίζοντας τους Drifting Around τους οποίους σχημάτισε και ήταν ιδρυτικό μέλος τους μεταξύ άλλων σπουδαίων μουσικών που πέρασαν από το συγκρότημα, ο πιανίστας Δημήτρης Πολύτιμος.

• Ποιο ήταν το πρώτο άρθρο που έγραψες;
Δεν το θυμάμαι, αλλά θυμάμαι το πρώτο καλό άρθρο που ήταν αποκλειστικότητα και είχε κυκλοφοριακή επιτυχία. Ήταν η συνέντευξη του Χουάν Ραμόν Ρότσα στο σπίτι του στου Παπάγου, την επόμενη μέρα από εκείνο το αλησμόνητο ματς του Παναθηναϊκού με την Γιουβέντους 1-0 με το γκολ του Δημήτρη Σαραβάκου, όπου η τηλεόραση έδειξε γκρο πλαν το ανοιγμένο στα δύο γόνατο του Ρότσα και ανατρίχιασε το πανελλήνιο. Ως νέος δημοσιογράφος τότε στην «Φλόγα των Σπορ», ο αρχισυντάκτης Διονύσης Βραϊμάκης, αντί να επιλέξει ένα έμπειρο δημοσιογράφο από τους πολλούς που είχε εφημερίδα, μου έδωσε το τηλέφωνο του Ρότσα αμέσως μετά το τέλος του αγώνα να του τηλεφωνήσω να πάω την άλλη μέρα να του πάρω συνέντευξη στο σπίτι του. Λάρνακος 28, θυμάμαι ακόμη τη διεύθυνση. Ντρεπόμουν να του τηλεφωνήσω, είχε πάθει μεγάλη ζημιά ο άνθρωπος πώς να του ζητούσα κάτι τέτοιο. Όμως με καθησύχασε με τον τρόπο του ο κ. Βραϊμάκης και έκλεισα το ίδιο βράδυ του αγώνα την συνέντευξη. Έπεσαν να με φάνε κάποιοι συνάδελφοι. Όμως ο κ. Βραϊμάκης πάντα υποστήριζε και πίστευε τους νέους. Έτσι πήγα με θάρρος και συνάντησα τον Ρότσα. Χτύπησα το κουδούνι και μου άνοιξε η γυναίκα του. Με οδήγησε στην κρεβατοκάμαρα και με καλοδέχθηκε ο Ρότσα, όπως και τον φωτογράφο. Όση ώρα μιλούσαμε του τηλεφωνούσε όλος ο Παναθηναϊκός να μάθε για την υγεία του και πρώτος από όλους ο πρόεδρος Γιώργος Βραδινογιάννης. Την άλλη μέρα δικαίωσα την εμπιστοσύνη του αρχισυντάκτη που έμεινε ευχαριστημένος από το αποτέλεσμα που έφερα, αλλά και τις πωλήσεις της εφημερίδας. Δημοσιεύτηκε 23 Οκτωβρίου 1987 «σαλόνι» στη Φλόγα του εκδότη Ι. Γ. Δραγούνη, που έβγαζε και τον Τηλεθεατή.

Photo: Rotsa 23.10.87: Ο Γιάννης Αλεξίου με τον ποδοσφαιριστή Χουάν Ραμόν Ρότσα, συνέντευξη στο σπίτι του, σε ηλικία 20 ετών.

• Τι γνώμη έχεις για τα μουσικά πράγματα στην Ελλάδα;
Νομίζω ότι όλοι όσοι έχουν υψηλή μουσική νόηση καταλαβαίνουν τι έχει επικρατήσει. Υπάρχει όμως και η άλλη πλευρά. Η ενθαρρυντική προσέλευση του κόσμου στις ποιοτικές συναυλίες καθώς εκεί είναι επικεντρωμένο το ενδιαφέρον από την στιγμή που η μουσική παραγωγή έχει μικρύνει απελπιστικά και είναι φτωχό σε γενικές γραμμές το αποτέλεσμα.

• Ποιο ήταν το πρώτο βινύλιο που αγόρασες, πως το απέκτησες και από πού;
Το Who Are You των The Who, τα Χριστούγεννα του 1978, σε ηλικία 12,5 ετών από το δισκάδικο «Πυραμίδα» δίπλα στη Λεόντειο Ν. Σμύρνης, περίπου 500 μέτρα από το σπίτι μου. Ήταν η στιγμή που μου δώρισε ο πατέρας μου ένα πικάπ, ένα Dual 1224 και μόλις το έφερε σπίτι, το είδε στην αυλή ο παππούς μου και με ρώτησε «πόσο κάνει μια πλάκα;». Του είπα 230 δραχμές και μου έδωσε 300 να πάω να πάρω επί τόπου ένα δίσκο «να δούμε πώς παίζει !». Τον είχα ακούσει που τον παρουσίασε στο Ποπ Κλαμπ ο Γιάννης Πετρίδης, μου άρεσε πολύ ο ήχος του, και πήγα τρέχοντας στο δισκάδικο της γειτονιάς μου έχοντας το δίσκο αυτόν κατά νου. Εννοείτε ότι τον έχω ακόμη στην συλλογή μου.

 


Photo: With Kostas Matsoukas: Στο δισκάδικο του Κώστα Ματσούκα στο Μοναστηράκι


• Σου λείπουν τα δισκάδικα;
Πολύπλοκη ερώτηση και δύσκολη για μένα καθώς όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, τον βλέπω να ψάχνει δίσκους σε δισκάδικα. Σταμάτησε αυτό την εποχή της καραντίνας και τώρα έχω αραιώσει πια από το ψάξιμο δίσκων στο φυσικό τους χώρο γιατί όπως όλα άλλαξαν τα πράγματα νομίζω και στο χώρο των δισκάδικων. Σε ένα ποσοστό πάντως είναι και ότι μεγαλώνοντας πέφτει το βάρος σε άλλα πράγματα όχι όμως η επαφή μου με την μουσική και ο χρόνος που της αφιερώνω. Τα βινύλια που κυνηγάω έχουν πια λιγοστέψει μετά από τόσα χρόνια συλλογής και τα αποκτώ με άλλο τρόπο, είτε διαδικυακά είτε ψάχνοντας δίσκους σε σπίτια για το discogs.

• Περιπέτειες απόκτησης βινυλίου. Ποια έχει χαραχτεί έντονα μέσα σου;
Πολλές ιστορίες που τις αναφέρω στο βιβλίο μου «Βινύλιο, Τα Καλύτερά Μας Χρόνια». Ένα ωραίο είπε για μένα σε μια εκδήλωση ο ραδιοφωνικός παραγωγός Αλέξης Βάκης ότι «θα έδινα ακόμη και το νεφρό μου για ένα σπάνιο δίσκο».

• Ποιο είναι το πολυτιμότερο βινύλιο που έχεις στην τεράστια δισκοθήκη σου;
Το πολυτιμότερο; Α, το πας αλλού. Καλύτερα γιατί αν ρωτούσες για το σπανιότερο, είναι οι καιροί πονηροί και δεν θα στο αποκάλυπτα. Πολυτιμότερο όμως είναι το Fun in Acapulco του Elvis Presley με την έννοια ότι εκτός από πολύ αγαπημένο μου, σε αυτό ανατρέχω και στις χαρές και στις λύπες μου. Έχω μια δεύτερη κόπια που θέλω να με συντροφεύσει στο μεγάλο ταξίδι, μαζί με μια μαυροκόκκινη σημαία κι ένα κασκόλ του Πανιωνίου.

 

Photo: Potrait by Chris Kisatzekian: Ένα χαρούμενο στιγμιότυπο. Φωτο: Χρήστος Κισατζεκιάν

 

• Θα μας μιλήσεις λίγο για το Vinyl Is Back το οποίο επικοινωνείς από το 2013;
Μια ωραία ανάμνηση που κράτησε αρκετά χρόνια, αλλά έκανε, ως φαίνεται, τον κύκλο του για μένα, όπως κάνουν πολλά πράγματα στη ζωή μας. Είναι σίγουρα από τα πολύ καλύτερα πράγματα που έχουν συμβεί στη ζωή μου και όλη η ομάδα, όπως και ο διοργανωτής Δημήτρης Αντωνάκος, πετύχαμε να επαναφέρουμε το βινύλιο στη ζωή των Ελλήνων κάτι που ήταν ο αρχικός και βασικός στόχος.

• Πόσο ρόδινα είναι τα πράγματα στον χώρο της μουσικής δημοσιογραφίας; Τι εικόνα έχεις;
Ο χώρος απαξιώθηκε από την στιγμή που έκλεισαν οι μεγάλες δισκογραφικές εταιρίες και οι πρώτοι που είδαν την πόρτα της εξόδου ήταν οι μουσικοί δημοσιογράφοι και μουσικοκριτικοί στα μέσα ενημέρωσης στην τελευταία αξιοπρεπή και αξιόπιστη περίοδο των μέσων ενημέρωσης, δηλαδή των εφημερίδων όπως τις γνωρίζαμε, των μουσικών περιοδικών που τα περισσότερα έκλεισαν τότε, αλλά και το ραδιόφωνο που κατακλύστηκε από τα play list. Η έννοια της τηλεόρασης ήδη από την αρχή της κρίσης είχε πάρει ένα δρόμο χωρίς επιστροφή. Περισσότερο στεναχωριέμαι για τη νεώτερη γενιά που αναδύεται μέσα από το διαδίκτυο και έχει τρέλα με την μουσική, και γνώσεις και καλές πένες διακρίνω, αλλά αναγκαστικά πρέπει να έχουν άλλη δουλειά για κύρια αν δεν έχουν εισοδήματα για να επιβιώσουν. Για όλη αυτή την κατάσταση πιστεύω ότι ευθύνεται η νέα φουρνιά εκδοτών που είναι τώρα στα πράγματα και είναι επιχειρηματίες οι οποίοι δεν αμείβουν όπως πρέπει τους δημοσιογράφους εκμεταλλευόμενοι την κατάρρευση των συλλογικών συμβάσεων. Η ευυπόληπτη δημοσιογραφία, όπως την ξέραμε, πέθανε μαζί με την απώλεια των δημοσιογράφων που ήταν και εκδότες ή διευθυντές όπως οι Χρήστος Λαμπράκης, Χρήστος Τεγόπουλος, Σεραφείμ Φυντανίδης.

• Ποιο θεωρείς το σημαντικότερο γεγονός στη Rock μουσική;
Την στιγμή που μπήκε στα στούντιο της Sun Records o Elvis Presley για να ηχογραφήσει. Όπως έχει πει και ο John Lennon: «Πριν τον Elvis δεν υπήρχε τίποτα».

• Πόση rock κουλτούρα έχουμε στην Ελλάδα;
Δυστυχώς το χρήμα έχει γίνει θεός και τα έχει ισοπεδώσει όλα. Αυτό που έχω τουλάχιστον εγώ στο κεφάλι μου για rock κουλτούρα δεν υπάρχει πια. Θέλω να πιστεύω ότι υπάρχει έστω σε άτομα που δεν γνωρίζω. Ένας από τους τελευταίους αν όχι ο τελευταίος των Μοϊκανών, που είχε rock κουλτούρα ήταν ο Λήτης.

• Τι γνώμη έχεις για το μουσικό ραδιόφωνο; Εκφράζει τον ακροατή;
Τον ακροατή που ακούει ραδιόφωνο ακόμη δεν ξέρω, μπορεί και να τον εκφράζει. Εμένα όχι πια εδώ και χρόνια. Τα play list έβαλαν την ταφόπλακα. Από εκεί και πέρα υπάρχουν κάποιες εκπομπές που έχουν τον μουσικό χαρακτήρα που έπρεπε να έχει το ραδιόφωνο που η γενική εικόνα του είναι απογοητευτική. Θα αναφέρω ενδεικτικά τις μουσικές εκπομπές των Ιλάν, Θοδωρή Μανίκα, Θέκλας Τσελεπή, Πάνου Χρυσοστόμου, Παναγιώτη Ρήλλου, που ακούω όταν μπορώ, όπως και τις «Ροκ Ιστορίες» σου που επίσης άκουγα. Και στο ραδιόφωνο υπάρχει νέα τάξη πραγμάτων που δύσκολα θα αλλάξει προς το καλύτερο, έχει πάρει το δρόμο της πια.

• Πως και δεν έχει γεννηθεί μετουσιωθεί σε ραδιοφωνική εκπομπή η αγάπη σου για την μουσική;
Έχω δουλέψει κατά καιρούς στο ραδιόφωνο με διάφορες αρμοδιότητες, κυρίως στο ξεκίνημά μου, αλλά υπερίσχυσε το γραπτό, όπου εκεί βρίσκω τον εαυτό μου, εκφράζομαι καλύτερα και μου ταιριάζει περισσότερο. Ένας άλλο λόγος πίσω στο μυαλό μου ήταν να μην φθείρω τους δίσκους μου, μιλάμε για μια εποχή που έπαιζε βινύλιο ακόμη στο ραδιόφωνο. Μετά όλα πήραν το δρόμο τους.

• Ποιο είναι το τραγούδι που ακούς και από την πρώτη νότα σε ταξιδεύει, και τι ξυπνά μέσα σου;
Υπάρχουν πραγματικά κάποια συγκλονιστικά τραγούδια που οι ερμηνείες τους και οι ήχος τους σε ξεσηκώνει και όσους φορές κι αν τα ακούσω νοιώθω το ίδιο κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες βρίσκομαι εκείνη την στιγμή. Τα πρώτα που μου έρχονται στο μυαλό είναι τα Ball and Chain με την Janis Joplin, Woman to Woman και With A Little Help From My Friends με τον Joe Cocker, Troubled Under Foot των Led Zeppelin, Shadow Play του Rory Gallagher και το αγαπημένο μου τραγούδι Don’t Be Cruel του Elvis. Αυτά τα τραγούδια δεν λέω ότι ξυπνούν κάτι μέσα μου, αλλά συντηρούν την επανάσταση μέσα μου.

• Ποιους θεωρείς δάσκαλους στον χώρο σου;
Όπως προανέφερα ο Τάσος Ψαλτάκης που με έσπρωξε με την τρέλα του για την μουσική να περάσω από την αθλητική στην μουσική δημοσιογραφία καθώς τον είχα γνωρίσει ως αθλητικός συντάκτης στο Φως των Σπορ κι ενώ ήταν εκεί αυτός ως υλατζής. Τον θεωρώ μέντορά μου. Επίσης δάσκαλος ήταν ο Γιάννης Βούλτεψης, που είχα την τύχη να είμαστε γείτονες και να με συμβουλεύει, αλλά και να παρακολουθεί την πορεία μου και ξέρετε ήταν πολύ αυστηρός. Ήταν ο πρώτος άνθρωπος που όταν διάβασε κείμενά μου και συνεντεύξεις μου με προσωπικότητες μου είπε ότι γράφω πολύ καλά και μου έδωσε μια κορυφαία συμβουλή που με βοήθησε πολύ στην συνέχεια. Επίσης στο έντυπο μουσικό χώρο δάσκαλος μου ήταν ο Σωκράτης Παπαχατζής, που μου έδωσε βήμα στον Ήχο και με τον εν γένει τρόπο του οδήγησε την σκέψη και την εξέλιξή μου κάπου. Επίσης θα αναφέρω τον θρυλικό δισκοπώλη Άρη Μπέλλη που με έβαλε πιο βαθιά στα 50s και 60s, για μην περιοριστώ μόνο σε συναδέλφους μου, αλλά γενικότερα στο χώρο της μουσικής.

• Καλύτερη εποχή ήταν όταν είχαμε δισκογραφικές εταιρίες ή τώρα που τα πράγματα έχουν αλλάξει;
Κάθε κατάσταση έχει τα υπέρ και τα κατά της. Φυσικά οι εταιρίες και οι παραγωγοί πολλές φορές κατεύθυναν το τελικό αποτέλεσμα που ήταν άλλοτε καλό και άλλοτε χάλια, αλλά σήμερα αυτή η υπερπαραγωγή των αυτοεκδόσεων με προβληματίζει. Σπανίως ακούω κάτι πολύ καλό. Είναι τουλάχιστον φανερή η απουσία των παραγωγών από την μουσική.

• Ποια είναι η μεγαλύτερη συνέντευξη που έχεις πάρει;
Από τις προσωπικότητες από την Ελλάδα και το εξωτερικό από διάφορους χώρους, που έχω μιλήσει, ο πρώτος που μου έρχεται στο μυαλό είναι ο Στέλιος Καζαντζίδης. Ένας ωραίος άνθρωπος, σεμνός παρά το μέγεθός του, που συνάντησα σε ένα υπόγειο στούντιο στην οδό Αχαρνών, όπου με καλοδέχθηκε, μου ζήτησε να του μιλώ στον ενικό και είχε μεγάλη αντίληψη πηγαίνοντας τις απαντήσεις πολύ πέρα. Ήταν το 1997 όταν κυκλοφόρησε το άλμπουμ «Τραγουδώ» σε μουσική Τάκη Σούκα. Είχε ζητήσει από τη δισκογραφική του να τον φέρει σε επαφή με ένα δημοσιογράφο που θα του ταίριαζε. Είχα την τύχη να είμαι εγώ. Μας έφερε σε επαφή η Τζίνα Φοντουλάκη της Music Box. Μου μίλησε μέσα από την καρδιά του, υπήρξε χημεία στην διάρκεια της συνέντευξης κι εγώ προσπάθησα να δώσω τον καλύτερό μου εαυτό μπροστά σε αυτό το καλλιτεχνικό μέγεθος. Νομίζω ότι το κατάφερα. Είχε μιλήσει, μεταξύ άλλων, για πρώτη φορά για το περιστατικό που έγινε στο κέντρο που τραγουδούσε και σταμάτησε τις εμφανίσεις Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε «σαλόνι» στην «Βραδυνή της Κυριακής». Ο Καζαντζίδης για την προώθηση του δίσκου έκανε μετά μια μόνο τηλεοπτική εμφάνιση, στον Alpha ήταν νομίζω. Αυτό ήταν. Μετά αρρώστησε κι έφυγε..

• Από ποιόν μεγάλο του μουσικού στερεώματος θέλεις να πάρεις συνέντευξη;
Τώρα πια έχω σχεδόν ολοκληρώσει το book μου, και είμαι ευχαριστημένος που συνάντησα όσους ήθελα κι έπρεπε εφόσον μπορούσα κι ας κυνηγήθηκα κάποιες φορές από άλλα μέσα σε ένα χώρο ανελέητου ανταγωνισμού. Δεν δούλευα σε κάποια κορυφαία εφημερίδα που να κλείνω συνεντεύξεις με τη δύναμη του ονόματος αυτής ή με την αβάντα των δισκογραφικών που συνήθως προωθούσαν τους καλλιτέχνες τους σε ότι πιο εμπορικό σε κυκλοφορία. Κάποιες φορές μου έβαζαν τρικλοποδιές ή χρησιμοποιούσαν το όνομά μου ότι τάχα θα μιλήσει κάποιος μαζί μου για να «τσιμπήσει» κάποιος συνάδελφος από μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδα. Ήξερα καλά το παιχνίδι αυτό και κατάφερα πολλά στο χώρο αυτό αν και ήμουν αουτσάιντερ. Τα τελευταία μεγάλα μουσικά μου ινδάλματα που είναι στη ζωή είναι ο Mick Jagger και ο Eric Clapton, ίσως τους συναντήσω κάποια στιγμή να συνομιλήσουμε.


Photo: yiannis - minnie murphy 2006 vraxoi: Με την κάντρι τραγουδίστρια Minnie Murphy στο Θέατρο Βράχων το 2006. Φωτο: Γ. Κανελλόπουλος


• Ποια θεωρείς ότι ήταν η καλύτερη συναυλία που έχεις πάει και γιατί;
Έχω δει άπειρες συναυλίες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό είτε για να τις καλύψω δημοσιογραφικά, είτε για προσωπική ευφορία. Αυτή που ξεχωρίζω είναι του B.B. King στο Βεάκειο στις 6 Ιουλίου του 2000, μια μετάκληση του Νέου Ρεύματος, του Μίμη Χέλμη. Ο B.B. King είχε εμφανιστεί ξανά στην Αθήνα, αλλά εκεί δεν ξέρω ήταν η ατμόσφαιρα τόσο οικεία, τόσο ζεστή που αποτύπωνε το πραγματικό νόημα του blues. Αν και καθιστός πια λόγω ηλικίας έπαιξε τόσο καλά πλαισιωμένος από καταπληκτικούς μουσικούς και μεγάλη ορχήστρα που είχε και πνευστά. Ήταν συναυλία με τα όλα της.

• Ξημερώνει κάτι καλύτερο μουσικά ή θα έχουμε συννεφιά;
Αυτό κανείς δεν μπορεί να το πει με σιγουριά. Ελπίζω πάντως ότι κάτι καλό θα βγει αν και έχουν παιχθεί όλες οι μουσικές και τώρα διανύουμε την εποχή των αλληλοεπιδράσεων σε μουσικά στυλ και είδη.

• Ποιες νέες rock μπάντες έχεις να μου προτείνεις;
Τελευταία άκουσα το ντεμπούτο των Vaxtones και μου άρεσε.

 


Photo: ΒΟΟΚ & DUAL 1224: «Πρωτοπόροι του Ελληνικού Rock» και το πικάπ Dual 1224.

 

 

• Tον Ιούνιο του 2021 κυκλοφόρησε το δεύτερο βιβλίο σου από τις εκδόσεις Ogdoo, με τίτλο «Πρωτοπόροι του Ελληνικού Rock». Σε τι μονοπάτια θα ταξιδέψει κάποιος που θα το διαβάσει;
Θα ζήσει μια Rock εμπειρία, σαν να ακούει τους καλύτερους αυθεντικούς δίσκους της δισκοθήκης του. Ροκ συμπεριφορά, ροκ τρόπος σκέψης, άγνωστες ιστορίες, άλλες εποχές δια στόματος 50 ορίτζιναλ μουσικών και συγκροτημάτων που έγραψαν ιστορία κάτω από δύσκολες συνθήκες και έδωσαν στο Ελληνικό Rock ταυτότητα και βαρύτητα ώστε σήμερα να εκφράζεται ελεύθερα. Και όλα αυτά χωρίς περικοπές.

• Έχει χάσει την αίγλη του παρελθόντος το Ελληνικό Ροκ;
Το Ελληνικό Rock ανέκαθεν έχει αίγλη γιατί είναι μια τίμια προσπάθεια που πάντα θα γοητεύει ένα μέρος του ελληνικού κοινού. Κάθε δεκαετία έχει τους δικούς της ήρωες και αντι-ήρωες που συνεχίζουν την ιστορία του Rock’n’Roll. Συγκρίσεις εποχών δεν κάνω, η κάθε μια έχει τη γοητεία της, όμως είμαι παλιομοδίτης στην μουσική.

• Αγγλόφωνες Ελληνικές μπάντες… Που στραβώνει το πράγμα και ενώ είναι αξιόλογες δεν γίνεται το βήμα παραπάνω στο εξωτερικό σε μεγαλύτερες αγορές;
Υπάρχουν μπάντες που θα μπορούσαν να σταθούν στο εξωτερικό, αλλά δεν υπάρχει προμότιον και ίσως κάποιοι που θα μπορούσαν να κάνουν καριέρα στο εξωτερικό δεν αφήνουν τη χώρα για προσωπικούς λόγους. Οι δίσκοι πάντως αυτών των μουσικών και συγκροτημάτων έχουν κοινό στο εξωτερικό και πολλές δισκογραφικές τυπώνουν ένα δίσκο με κύριο προορισμό το εξωτερικό όπου υπάρχουν αποδέκτες της ελληνικής εναλλακτικής σκηνής.

• Τι ετοιμάζεις στο μέλλον και σε ποιο μονοπάτι απ’ όλα αυτά που περπατάς;
Δυστυχώς το σκοτεινό περιβάλλον στον χώρο της έκφρασης και δημιουργίας έχει παγώσει το ενδιαφέρον μου για κάτι δημιουργικό, διαφορετικό από την καθημερινότητα να γράφω στο Όγδοο και στον Ήχο. Οι συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές. Επίσης έχω τη δική μου σελίδα στο discogs και στέλνω μουσικό υλικό σε όλο τον κόσμο. Θέλω κάποια στιγμή να κάνω κάτι και στον αθλητικό χώρο. Μετά τα βιβλία για το βινύλιο, το Ελληνικό Rock, πολύ αγαπημένα θέματα για μένα, θέλω όταν το ευνοήσουν οι συνθήκες να καταθέσω και κάτι και για ένα άλλο κομμάτι της ζωής μου, το ποδόσφαιρο.

• Πως βρίσκουμε το τελευταίο βιβλίο σου; (καθώς το πρώτο «Βινύλιο τα καλυτέρα μας χρόνια» έχει εξαντληθεί)
Στο Ogdoo Music Group ιντερνετικά, στην Πολιτεία, στα Public που έχουν τμήμα μουσικών βιβλίων όπως της Αγ. Παρασκευής, σε επίλεκτα δισκάδικα και βιβλιοπωλεία.

• Γιάννη σε ευχαριστώ πολύ για την συνέντευξη, και εις το επανειδείν σε κάποιο στέκι!
Ηλία εγώ σε ευχαριστώ! Καλή συνέχεια εύχομαι σε όλους και όλες.

Η φωτογράφηση στο σπίτι του Γιάννη Αλεξίου έγινε από τον Θωμά Δασκαλάκη.