«Επιτάφιος» και «Διόνυσος» του Μίκη Θεοδωράκη live στο Δεύτερο Πρόγραμμα

«Επιτάφιος» και «Διόνυσος» του Μίκη Θεοδωράκη live στο Δεύτερο Πρόγραμμα
Ακολουθήστε μας στο Google news

Απευθείας, απόψε, από την Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.

21 Οκτωβρίου 2020

Δύο σημαντικά έργα του Μίκη Θεοδωράκη, ο Επιτάφιος (1958) και ο Διόνυσος (1985), δύο πολιτικά έργα θρησκευτικής φόρμας που σπανίως παρουσιάζονται ζωντανά, παρουσιάζει η Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος σήμερα Τετάρτη 21 Οκτωβρίου.

Στο πλαίσιο των μέτρων για την πρόληψη διάδοσης του κορονοϊού η συναυλία θα πραγματοποιηθεί χωρίς τη φυσική παρουσία κοινού και θα μεταδοθεί απευθείας από το Δεύτερο Πρόγραμμα της ΕΡΤ, στις 8 το βράδυ, δίνοντας έτσι τη μοναδική ευκαιρία στους ακροατές να απολαύσουν αυτά τα δύο σπουδαία έργα του Μίκη Θεοδωράκη υπό συνθήκες πανδημίας. Στη μετάδοση ο Κώστας Θωμαΐδης, στην τεχνική κάλυψη ο Μάκης Γίγας.

 

Ο Επιτάφιος θα παρουσιαστεί σε νέα ενορχήστρωση του Γιάννη Μπελώνη, ενώ το έργο ερμηνεύει η Μπέττυ Χαρλαύτη. Ο Διόνυσος παρουσιάζεται ξανά μετά από δεκαετίες, ερμηνευμένος από τον Ζαχαρία Καρούνη, έναν από τους σημαντικότερους ερμηνευτές της νέας γενιάς. To ενδεκαμελές μουσικό σύνολο διευθύνει η Λίζα Ξανθοπούλου. Συμμετέχουν το φωνητικό σύνολο chórεs (Επιτάφιος) και η Χορωδία της ΕΡΤ (Διόνυσος).

Δύο τραυματικές στιγμές της ελληνικής ιστορίας ενέπνευσαν τον μεγάλο Μίκη Θεοδωράκη για τη δημιουργία ισάριθμων πολιτικών έργων θρησκευτικής φόρμας.

Η αιματηρή απεργία στη Θεσσαλονίκη του 1936 και το ομότιτλο ποίημα του Γιάννη Ρίτσου ήταν η πρώτη ύλη του Επιταφίου, ενός από τα σπουδαιότερα και γνωστότερα έργα του συνθέτη, που συνιστά ένα πραγματικό πολιτικό και ελληνικό Stabat mater.

Τα Δεκεμβριανά (1944) ήταν η μαγιά για τη δημιουργία του λιγότερο γνωστού αλλά εξίσου αριστουργηματικού Διόνυσου, ενός μακρού θρήνου για τη θυσία των εφήβων, αγοριών και κοριτσιών, που έπεσαν κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου στη μάχη του Μακρυγιάννη.

Λίγα λόγια για τα έργα

Επιτάφιος (1958)

Ο θάνατος του αυτοκινητιστή Τάσου Τούση στις απεργιακές κινητοποιήσεις των καπνεργατών στη Θεσσαλονίκη το 1936 και κυρίως η φωτογραφία της μάνας να θρηνεί πάνω από το άψυχο κορμί του παιδιού της που δημοσιεύτηκε την επόμενη ημέρα στον Ριζοσπάστη ενέπνευσαν τον Γιάννη Ρίτσο ώστε να γράψει μια σειρά σπαρακτικών ποιημάτων υπό τον τίτλο Επιτάφιος. Ο Θεοδωράκης μελοποίησε οκτώ από τα ποιήματα της συλλογής το 1958 στο Παρίσι. Το παράδοξο είναι ότι δύο χρόνια αργότερα, το 1960, έγιναν σχεδόν ταυτόχρονα δύο ηχογραφήσεις. Η μία σε ενορχήστρωση του Μάνου Χατζιδάκι με ερμηνεύτρια τη Νάνα Μούσχουρη και η άλλη σε ενορχήστρωση Μίκη Θεοδωράκη με ερμηνευτή τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, η οποία ήταν αυτή που έμεινε στην ιστορία και έφερε αληθινή επανάσταση στο ελληνικό τραγούδι. Η μελοποίηση του Θεοδωράκη, που επιτυγχάνει να απεικονίσει μουσικά κάθε λέξη των συγκλονιστικών στίχων του Ρίτσου, το πάντρεμα της υψηλής ποίησης με τον λαϊκό ήχο και το μπουζούκι, αλλά και η συγκινητική ερμηνεία του Μπιθικώτση, συνθέτουν τα βασικά χαρακτηριστικά ενός έργου που θεωρείται σταθμός για την ελληνική δισκογραφία.

Στη σημερινή εκδοχή τους, τα οκτώ τραγούδια παίζονται χωρίς διακοπή, σχηματίζοντας έναν αδιάσπαστο κύκλο τραγουδιών. Ο θρήνος της μάνας (σολίστ) παντρεύεται με το μοιρολόι της γυναικείας χορωδίας, ενώ το εισαγωγικό μέρος του τραγουδιού «Μέρα Μαγιού» επανέρχεται ως «έμμονη ιδέα» (idée fixe) καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου, υποδηλώνοντας την πομπή του τελευταίου αποχαιρετισμού.

Διόνυσος (1985)

Ένα σύγχρονο θρησκευτικό μουσικό δράμα, στο οποίο, όπως υπογραμμίζει ο ίδιος ο Μίκης Θεοδωράκης, «η μεν ποίησή του περιγράφει το μαρτυρολόγιο του λαού μας, η δε μουσική του στηρίζεται στο παραδοσιακό στοιχείο των Δρόμων, καθώς και σε μια νέα εντελώς προσωπική ρυθμική αγωγή. Έναν ρυθμό που αποτελεί την πεμπτουσία των παραδοσιακών μας χορών και που τον ονομάζω “Ασίκικο”. Ειδικά η Εισαγωγή του έργου βασίζεται σε διάφορους Δρόμους, γιατί ήθελα εξ αρχής να τονίσω το ουσιαστικό μουσικό ηχητικό στίγμα του έργου».

Ο Διόνυσος κυκλοφόρησε το 1985 από τον Σείριο, που μόλις είχε ιδρύσει ο Μάνος Χατζιδάκις. Ο Χατζιδάκις σημειώνει στο εισαγωγικό σημείωμα της έκδοσης:

«Πρέπει να προσέξετε πολύ τον Διόνυσο, αφού χαρείτε τη συγκίνηση της πρώτης επαφής μαζί του. Για να διαπιστώσετε τι πάει να πει “έντεχνη λαϊκή μουσική” στα ικανά χέρια ενός γνήσιου μουσικού. Και πώς, μέσ’ από ευρηματικούς μελωδισμούς και συναρπαστικούς συνδυασμούς ήχων, ξεδιπλώνεται ένα έργο που, μαζί με την εντατική ατμόσφαιρά του, περιέχει μέσα του πικρά μηνύματα των χαλεπών καιρών που ζούμε. Το επικό στοιχείο του Θεοδωράκη στην απόλυτη ωριμότητά του και μακριά από τις μεγαλόπρεπες εκτονώσεις των δρόμων. Το επικό, τέλεια συγκερασμένο με την ελεγεία των πολιτικών απογοητεύσεων και του ενεδρεύοντος Θανάτου».